Skip to main content

Σε πέντε νοσοκομεία στις ΗΠΑ πραγματοποιήθηκε μελέτη σε 309 ασθενείς με COVID-19 και 457 υγιείς συμμετέχοντες, οι οποίοι παρακολουθήθηκαν και ελέγχθηκαν σε τρεις χρονικές στιγμές:

  • αρχικά κατά τη διάγνωση της νόσου COVID
  • μετά στην οξεία φάση της νόσου
  • και τέλος, 2-3 μήνες μετά την έναρξη της νόσου και των συμπτωμάτων (αυτή είναι η φάση που σχετίζεται με τη Long COVID, η οποία ονομάζεται και PASC (=post-acute sequelae of covid).

Μετά από αυτές τις φάσεις, αν τα συμπτώματα παραμείνουν και διαρκούν περισσότερο από 12 εβδομάδες, τότε πια μιλάμε για Chronic COVID-19 Syndrome ή απλά Long COVID, το οποίο θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ένα ποσοστό από 30-70% όσων έχουν νοσήσει, άλλοι με ηπιότερα και λίγα συμπτώματα και άλλοι δυστυχώς με σοβαρές διαταραχές για την υγεία αλλά και την καθημερινή διαβίωση.

Υπάρχουν λοιπόν ευρήματα που θα μας οδηγούσαν να καταλάβουμε ποιοι ασθενείς κινδυνεύουν να εμφανίσουν Long COVID; Και αν ναι, μπορούμε αφού εντοπίσουμε αυτούς τους παράγοντες κινδύνου, να παρέμβουμε θεραπευτικά ώστε να μην επιτρέψουμε την εξέλιξη της αρχικής νόσου σε Chronic Long Covid Syndrome;

Να θυμηθούμε ότι τα πιο συχνά συμπτώματα της Long COVID περιλαμβάνουν:

  • εμμένουσα κόπωση (52%),
  • διαταραχές μνήμης ή brain fog (θόλωση) και άλλα νευρολογικά συμπτώματα (25%),
  • δύσπνοια, βήχα και άλλα αναπνευστικά συμπτώματα (42%),
  • ανοσμία και δυσγευσία (18%),
  • γαστρεντερικές διαταραχές 9%) και
  • ακόμα πολλά άλλα πιο σπάνια συμπτώματα από οποιοδήποτε σύστημα του οργανισμού μας.

Για τη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν ό,τι πιο σύγχρονο της λεγόμενης συστηματικής βιολογίας με τις νέες μεθόδους των multi-omics (proteomics, metabolomics κλπ). Λιγάκι δύσκολο και δυσνόητο κομμάτι για τους μη γνωρίζοντες. Γενικά, μπορούμε να πούμε ότι η βιολογία των multi-omics συστημάτων προσεγγίζει τον εντοπισμό, τον ποσοτικό προσδιορισμό και τον ανοσολογικό χαρακτηρισμό βιολογικών παραγόντων που σχετίζονται και την πρόβλεψη διαφορετικών περιπτώσεων PASC.

Με πιο απλά λόγια, μέσω των σύγχρονων μελετών μπορούμε να διαπιστώσουμε κάποιους βιοδείκτες που θα μας οδηγήσουν σε διαγνωστική αλλά και θεραπευτική προσέγγιση!

Φαίνεται λοιπόν ότι υπάρχουν κάποια ευρήματα, κάποιοι βιοδείκτες (biomarkers), ή πιο απλά παράγοντες κινδύνου (global plasma proteomic and metabolomic profiles), οι οποίοι σίγουρα θα μελετηθούν πιο αναλυτικά. Αυτοί οι παράγοντες κινδύνου είναι (PASC-anticipating risc factors):

  • η αναζωπύρωση του ιού της λοιμώδους μονοπυρήνωσης Epstein-Barr (EBV) που αναδείχθηκε μέσω της αύξησης του τίτλου των αντισωμάτων (να αναφέρουμε ότι μελετήθηκε μαζί και ο CMV= κυτταρομεγαλοϊός, που όμως δεν έδειξε αύξηση ή αναζωπύρωση, στοιχείο που ενισχύει την άποψη του ρόλου του ιού EBV)
  • ύπαρξη στον ορό mRNA-fragments of SARS-CoV-2 (RNAemia), με έλεγχο PCR ορού και σύγκριση στο ξεκίνημα και στην πορεία της νόσου
  • ιικό φορτίο σε ρινοφαρυγγικό έλεγχο (nasal-swab viral loads) και σύγκριση στην πορεία της νόσου
  • αυτοαντισώματα (autoAbs) ως δείκτες αυτοάνοσης διαταραχής που ελέγχουμε κατά τη διάγνωση και μετά ξανά στην πορεία, κυρίως anti-interferon-alpha 2 (anti-IFN-α2), που σχετίζεται με αναπνευστικές διαταραχές PASC, anti-SARS-CoV-2-IgG νουκλεοκαψιδίου, που σχετίζεται με νευρολογικές διαταραχές PASC και ANAs (Ro/SS-A, La/SS-B, U1-snRNP, Jo-1, P-1) υποδηλώνοντας αυτοάνοση διαταραχή
  • η κορτιζόλη στον έλεγχο έδειξε ότι στην PASC (δηλαδή στην πορεία για Long Covid) τα επίπεδά της πέφτουν και σταδιακά εμφανίζονται χαμηλότερα
  • ο σακχαρώδης διαβήτης επίσης φαίνεται ότι σχετίζεται με την πορεία της νόσου για PASC ή και αργότερα Long Covid

Συμπεράσματα

Η πορεία της νόσου από την απλή αρχική διάγνωση COVID-19, μέχρι την PASC και αργότερα τη LONG COVID, δείχνει ότι θα μας απασχολήσει ιδιαίτερα, σαν μια νέα αναδυόμενη παγκόσμια κρίση. Όμως έχουμε ήδη ευρήματα που υποδεικνύουν ότι κάποιοι παράγοντες κινδύνου που εντοπίστηκαν με νέες υποσχόμενες τεχνικές, θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν. Για παράδειγμα:

  • να δώσουμε αντιική θεραπεία για την εμφάνιση ενεργοποίησης του ιού EBV
  • να δώσουμε γρήγορα αντιιικά COVID φάρμακα για την RNAemia του SARS-CoV-2
  • να χορηγήσουμε θεραπεία για τα αυτοαντισώματα και να ελέγξουμε την υπερφλεγμονή
  • να χορηγήσουμε θεραπεία υποκατάστασης για την παρατηρούμενη χαμηλή κορτιζόλη

Όλα αυτά θα μπορούσαν να βελτιώσουν ή να θεραπεύσουν την πορεία από μια απλή λοίμωξη σε ένα χρόνιο πρόβλημα. Οι μελέτες δεν τελειώνουν. Χρειάζεται ακόμα μεγάλος δρόμος να διανύσουμε αλλά σίγουρα έχουμε πια και τις γνώσεις και την τεχνολογία στο πλευρό μας για να κερδίσουμε τη μάχη.

* Σημείωση: Το άρθρο γράφτηκε μετά από μελέτη του ιατρικού επιστημονικού περιοδικό CELL.

Νικόλαος Γεωργιάδης, Ιατρός Ειδικός Παθολόγος, Μέλος της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρείας

Μετάβαση στο περιεχόμενο