Όλο και πιο συχνά ακούμε πλέον γύρω μας την έννοια της παχυσαρκίας και την αδήριτη ανάγκη να την καταπολεμήσουμε, αλλά και να προλάβουμε την εμφάνιση και εξέλιξή της. Για να μπορέσουμε, όμως, να την καταλάβουμε καλό είναι να ορίσουμε κάποιες έννοιες πρώτα. Ο ορισμός της παχυσαρκίας βασίζεται στον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ ή αγγλικά ΒΜΙ), ο οποίος προκύπτει από τον τύπο:
και εκφράζει την αναλογία του βάρους μας σε σχέση με το ύψος μας. Ο ΔΜΣ έχει διαφορετικές φυσιολογικές τιμές ανάλογα με την ηλικία και το φύλο, όπως φαίνεται στην παρακάτω εικόνα, έως ότου φτάσει τις τιμές 18-25 kg/m2 που ισχύουν για τους ενήλικες. Είναι ο πλέον χρησιμοποιούμενος δείκτης αξιολόγησης της σύστασης του σώματος, παρόλο που διαθέτει κάποιους περιορισμούς (πχ δεν μπορεί να διακρίνει ανάμεσα σε λίπος και μυϊκή μάζα). Επιπλέον, στον ορισμό της παιδικής παχυσαρκίας προτείνεται και η χρήση του όρου της Περιμέτρου Μέσης, η οποία μετράται με την τοποθέτηση μιας μαλακής μεζούρας γύρω από το σώμα, στο ύψος των οστών της λεκάνης (λαγόνια οστά).
Λόγω, όμως, της μεγάλης απόκλισης στις μετρήσεις της, χρησιμοποιείται συνήθως σαν ένας επιπρόσθετος δείκτης εκτίμησης και όχι για τον ορισμό της νόσου. Παχυσαρκία, λοιπόν, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ονομάζεται η εκσεσημασμένη (= πολύ έντονη) συσσώρευση λίπους, η οποία αποτελεί κίνδυνο για την υγεία του ατόμου. Στους ενήλικες, οποιαδήποτε τιμή ΔΜΣ>30kg/m2 ορίζεται ως παχυσαρκία, ενώ στα παιδιά οι αντίστοιχες τιμές ακολουθούν τις καμπύλες ανάπτυξης (στην παραπάνω εικόνα οποιαδήποτε τιμή ΔΜΣ βρίσκεται πάνω από την ψηλότερη διακεκομμένη γραμμή χαρακτηρίζει τον ορισμό της παχυσαρκίας). Αρκετοί Οργανισμοί ανά τον κόσμο, λόγω της σοβαρότητας της παχυσαρκίας και του κινδύνου που υποκρύπτει, την χαρακτηρίζουν ακόμα και χρόνια νόσο.
Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες η παχυσαρκία μπορεί να «κρύβεται» στα γονίδιά μας. Υπάρχουν διάφορες γενετικές μεταλλάξεις, είτε κληρονομούμενες είτε καινούργιες, οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν σε υπερβάλλον σωματικό βάρος και συνήθως αφορούν σε περιπτώσεις ακραίων τιμών ΔΜΣ. Σε τέτοιες περιπτώσεις ενδέχεται να χρειάζεται ειδική φαρμακευτική θεραπεία για την επίτευξη ενός υγιούς βάρους ή και χειρουργική επέμβαση. Παραδείγματα τέτοιων καταστάσεων αποτελούν μεταλλάξεις σε γονίδια τα οποία εμπλέκονται στο ορμονικό μονοπάτι της λεπτίνης και σχετίζονται με υπερφαγία (= αυξημένη όρεξη κατανάλωσης φαγητού) και μειωμένο αίσθημα κορεσμού μετά το γεύμα.
Άλλες περιπτώσεις γενετικής αιτιολογίας παχυσαρκίας αποτελούν διάφορα σύνδρομα, τα οποία συνήθως συνδέονται με καθυστέρηση ανάπτυξης και νοητικών ικανοτήτων. Τέτοιες περιπτώσεις αποτελούν τo σύνδρομo Prader-Willi, η κληρονομική οστεοδυστροφία Albright, το σύνδρομο Bardet-Biedl και άλλα. Επιπλέον, υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες η αιτιολογία της παχυσαρκίας είναι επίκτητη, όπως σε περιπτώσεις τραυματισμού κεφαλής (Κρανιοεγκεφαλική Κάκωση – ΚΕΚ) ή στο πλαίσιο διαφόρων ενδοκρινολογικών νοσημάτων.
Τις περισσότερες φορές δεν υπάρχει κάποιο κληρονομικό αίτιο παχυσαρκίας και οι κύριες αιτίες μπορούν να εντοπιστούν στον τρόπο ζωής της οικογένειας. Είναι πολύ συχνό φαινόμενο μέσα σε μια οικογένεια να παρουσιάζουν αυξημένο σωματικό βάρος τόσο οι γονείς, όσο και τα παιδιά. Σε τέτοιες περιπτώσεις, αλλαγές στον τρόπο ζωής της οικογένειας μπορούν να αποδειχθούν θαυματουργές, καθώς όταν μια συνήθεια υιοθετείται συνολικά από την οικογένεια, είναι πιο εύκολα διαχειρίσιμη ψυχολογικά από όλα τα μέλη της. Επιπλέον, η συλλογική προσπάθεια μπορεί να δώσει πολύ ισχυρά κίνητρα τόσο στους γονείς όσο και στα παιδιά, με αποτέλεσμα η πορεία μείωσης του σωματικού βάρους να γίνεται πιο ομαλή για όλους τους εμπλεκόμενους.
Η αλήθεια είναι πως η ρήση αυτή των παλαιότερων γενεών έχει μια μεγάλη δόση αλήθειας, δηλαδή δεν υπάρχει κανένας λόγος να αισθανόμαστε άσχημα με το βάρος μας, όποιο κι αν είναι αυτό. Σίγουρα αποτελεί ένα στοιχείο της εμφάνισής μας, αλλά δεν είναι το μοναδικό μας χαρακτηριστικό. Από την άλλη, είναι όμως και ένα πρόβλημα υγείας, ένα χρόνιο νόσημα, το οποίο μπορούμε να θεραπεύσουμε μέσω ενός υγιεινού τρόπου ζωής και μείωσης του σωματικού λίπους.
Όταν έχουμε αυξημένο σωματικό λίπος, ο οργανισμός μας δυσκολεύεται να λειτουργήσει σωστά και αρχίζουν να εμφανίζονται διάφορα προβλήματα. Σε γενικές γραμμές, τα όργανα τα οποία μπορούν να επηρεαστούν από το αυξημένο σωματικό λίπος είναι η καρδιά και τα αιμοφόρα αγγεία (καρδιαγγειακή νόσος-αρτηριοσκλήρυνση), το πάγκρεας (αντίσταση στην ινσουλίνη – Διαβήτης τύπου 2), πνεύμονες (αναπνευστικές δυσκολίες, άπνοιες, μειωμένη σωματική αντοχή), οι αρθρώσεις (διάφορες περιπτώσεις αρθρίτιδας) και άλλα. Επιπλέον, διάφορες περιπτώσεις καρκίνου συνδέονται με τη νόσο της παχυσαρκίας, αλλά και η λοίμωξη από SARS-CoV2 – νόσος COVID-19 είναι πολύ πιο σοβαρή σε ανθρώπους με παχυσαρκία.
Στο σημείο αυτό, αξίζει να σημειώσουμε ότι όταν διαγνωστεί παχυσαρκία στην παιδική ηλικία και αντιμετωπιστεί (όταν, δηλαδή, επανέλθει το βάρος σε φυσιολογικά για το ύψος και την ηλικία επίπεδα), τότε ο κίνδυνος εμφάνισης των καρδιαγγειακών κλπ νοσημάτων που σχετίζονται με την παχυσαρκία επιστρέφει στα αναμενόμενα για την ηλικία επίπεδα.
Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, το καλύτερο «φάρμακο» που διαθέτουμε για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας είναι η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής. Αύξηση της σωματικής άσκησης και μείωση του χρόνου που ξοδεύουμε σε καθιστικές δραστηριότητες, βελτίωση της ποιότητας των τροφίμων που καταναλώνουμε και σωστή επιλογή της ποσότητας φαγητού ανάλογα με τις ανάγκες μας αποτελούν τα πιο ισχυρά όπλα στην προσπάθειά μας. Επιπλέον, η καθοδήγηση από έναν επαγγελματία (γιατρό, διαιτολόγο, γυμναστή, επαγγελματία ψυχικής υγείας) μπορεί να ενισχύσει την ατομική μας προσπάθεια και να μας βοηθήσει να αποφύγουμε τις «κακοτοπιές».
Συγγραφή εκπαιδευτικού υλικού:
Έλενα Βακάλη
Ειδικευόμενη Ενδοκρινολογίας ΓΝ Παίδων «Π. & Α. Κυριακού», IDF Europe YOURAH Steering Committee Member Projects, Ιδρυτικό Μέλος ADRG