Οι ασθενείς που νοσηλεύονται με COVID-19, έχουν χειρότερη έκβαση, αν εμφανίζουν υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα τους (υπεργλυκαιμία) κατά την εισαγωγή τους στο νοσοκομείο, άσχετα με το αν έχουν διαβήτη ή όχι, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική μελέτη.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Σαμάρα Σκβιέρσκι του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης (SUNY), που έκαναν τη σχετική ανακοίνωση στο διαδικτυακό ετήσιο συνέδριο της αμερικανικής Εταιρείας Ενδοκρινολογίας, ανέλυσαν στοιχεία για 708 ενηλίκους, που νοσηλεύθηκαν με COVID-19, από τους οποίους οι μισοί περίπου (54%) είχαν ιστορικό διαβήτη τύπου 1 ή 2.
Διαπιστώθηκε ότι οι ασθενείς με υπεργλυκαιμία είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα, σε σχέση με όσους είχαν φυσιολογικό σάκχαρο, να χρειαστούν αναπνευστήρα ή να εισαχθούν σε μονάδα εντατικής θεραπείας. Ήταν επίσης πιθανότερο να εμφανίσουν νεφρική ανεπάρκεια και να πεθάνουν στο νοσοκομείο.
«Οι ασθενείς COVID-19 που εισάγονται σε νοσοκομείο με υπεργλυκαιμία, χρειάζονται στενότερη παρακολούθηση, καθώς είναι πιθανότερο να χρειασθούν πιο επιθετικές θεραπείες», δήλωσε η Σκβιέρσκι.
Οι ασθενείς COVID-19 με διαβήτη και επίπεδα γλυκόζης άνω των 140 mg/dL κατά την εισαγωγή τους στο νοσοκομείο είχαν σχεδόν δυόμισι φορές μεγαλύτερο κίνδυνο εισαγωγής σε ΜΕΘ και διασωλήνωση. Οι ασθενείς με διαβήτη και επίπεδα γλυκόζης άνω των 180 mg/dL κατά την εισαγωγή τους είχαν περίπου διπλάσια πιθανότητα ενδονοσοκομειακού θανάτου.
Όμως περίπου διπλάσιος ήταν και ο κίνδυνος θανάτου για τους ασθενείς COVID-19 χωρίς διαβήτη αλλά με γλυκόζη άνω των 140 mg/dL. Οι ασθενείς αυτοί είχαν επίσης 3,5 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα εισαγωγής σε ΜΕΘ και 2,3 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα διασωλήνωσης. Οι ασθενείς COVID-19 χωρίς διαβήτη αλλά με επίπεδα σακχάρου άνω των 180 mg/dL κατά την εισαγωγή τους είχαν τετραπλάσιο κίνδυνο θανάτου και σχεδόν τριπλάσιο για εισαγωγή σε ΜΕΘ και διασωλήνωση.
Είναι ασαφές, σύμφωνα με τους ερευνητές, αν η υπεργλυκαιμία αποτελεί συνέπεια ή αιτία της πιο βαριάς νόσου COVID-19.
Πηγή: Lifo.gr