→ ΣΔ Τύπου 2: 10 Μαΐου – 30 Μαΐου
→ ΣΔ Τύπου 1: 7 Ιουνίου – 20 Ιουνίου
Δράση 2021
Α' Περίοδος
10 Μαΐου - 20 Ιουνίου
Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 1: 7 Ιουνίου – 20 Ιουνίου
Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 2: 10 Μαΐου – 30 Μαΐου

Δράση 2021
Α' Περίοδος
10 Μαΐου - 20 Ιουνίου

👉 Περιεχόμενο Δράσης 2021 για Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 1
Αυτοπαρακολούθηση και νέες τεχνολογίες στον Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1
Μετρήσεις γλυκόζης αίματος [1]
Η εξέταση γλυκόζης στο αίμα, επίσης γνωστή ως παρακολούθηση της γλυκόζης στο αίμα, είναι ένα από τα κύρια εργαλεία που εμπλέκονται στον έλεγχο του Διαβήτη.
Δεν ελέγχουν όλα τα άτομα με Διαβήτη τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα τους, για πολλούς και διάφορους λόγους.
Εάν ένα άτομο λαμβάνει συγκεκριμένα αντιδιαβητικά δισκία ή ινσουλίνη τα οποία δύνανται να οδηγήσουν σε υπογλυκαιμία, θα πρέπει να ελέγχει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα τακτικά.
Τι είναι η εξέταση γλυκόζης στο αίμα;
Ο έλεγχος της γλυκόζης στο αίμα είναι η διαδικασία που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της συγκέντρωσης της γλυκόζης στο αίμα.
Πώς βοηθά η εξέταση της γλυκόζης στο αίμα στον έλεγχο του Διαβήτη;

Πηγή: stock.adobe.com
Η εξέταση γλυκόζης στο αίμα μπορεί να βοηθήσει στον έλεγχο του Διαβήτη με διάφορους τρόπους:
- Υπολογισμός δόσης ινσουλίνης πριν την έναρξη του φαγητού
- Συμβολή στη λήψη απόφασης σχετικά με τη δόση ινσουλίνης διόρθωσης
- Προσδιορισμός περιόδων υψηλών ή χαμηλών επιπέδων γλυκόζης στο αίμα. Με τη σειρά του, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της τιμής της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης HbA1c (βελτιωμένος μακροχρόνιος γλυκαιμικός έλεγχος)
- Χαμηλότερος κίνδυνος σοβαρών επιπλοκών
- Μειωμένα καταθλιπτικά συμπτώματα
- Βελτίωση της εμπιστοσύνης στην αυτοδιαχείριση του Διαβήτη
Ποια είναι τα μειονεκτήματα της εξέτασης της γλυκόζης στο αίμα;
Τα μειονεκτήματα της εξέτασης της γλυκόζης στο αίμα μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Πόνο κατά το τρύπημα των δαχτύλων
- Κόστος των προμηθειών ελέγχου γλυκόζης στο αίμα, εάν αυτά πρέπει να αυτοχρηματοδοτηθούν (Αφορά κυρίως τους ανασφάλιστους συμπολίτες μας, οι οποίοι, στην Ελλάδα, αν και δικαιούνται ό,τι και οι ασφαλισμένοι, για τους οποίους υπάρχει πλήρης αποζημίωση από το Ασφαλιστικό Σύστημα, βάσει του ΦΕΚ Β/4898/1-11-2018, ωστόσο αυτό δε συμβαίνει, καθώς λαμβάνουν τα υλικά από τα φαρμακεία των Νοσοκομείων, τα οποία αδυνατούν να τους υποστηρίξουν)
- Άγχος εάν δεν έχει δοθεί εκπαίδευση σχετικά με τον τρόπο ερμηνείας και δράσης στα αποτελέσματα της γλυκόζης
Σε ποια άτομα με Διαβήτη είναι κατάλληλη η μέτρηση γλυκόζης στο αίμα;
Πολλά άτομα με Διαβήτη επωφελούνται από τις εξετάσεις γλυκόζης στο αίμα εάν τους παρέχεται εκπαίδευση σχετικά με τον τρόπο ερμηνείας των αποτελεσμάτων και τη λήψη κατάλληλων μέτρων για τη βελτίωση του ελέγχου της γλυκόζης στο αίμα. Όλα, λοιπόν, τα άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη πρέπει να ελέγχουν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα τους, σύμφωνα με τις οδηγίες του θεράποντος ιατρού τους.
Πρέπει να ελέγχω τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα μου;
Οι συστάσεις για τον έλεγχο της γλυκόζης στο αίμα μπορεί να διαφέρουν σημαντικά. Μερικά άτομα με Διαβήτη, ιδιαίτερα εκείνα που δεν έχουν λάβει εκπαίδευση σχετικά με τη διαχείριση του Διαβήτη τους, θεωρούν ότι η εξέταση γλυκόζης στο αίμα δεν είναι χρήσιμη και συμβάλλει μόνο στο άγχος. Ωστόσο, άλλοι άνθρωποι, ιδιαίτερα εκείνοι που γνωρίζουν πώς να ερμηνεύουν τα αποτελέσματα και επομένως έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα, θεωρούν ότι η εξέταση γλυκόζης στο αίμα είναι ζωτικής σημασίας για τη διαχείριση του Διαβήτη τους.
Γίνεται αντιληπτό πως ο έλεγχος των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα είναι αναγκαίος και συνεπάγεται την ανάγκη για εκπαίδευση τον ατόμων που πάσχουν από Σακχαρώδη Διαβήτη αλλά και των φροντιστών τους, στην αυτοδιαχείριση της πάθησης.

Πηγή: Emeds.pk
Πόσο συχνά πρέπει να γίνεται η μέτρηση γλυκόζης αίματος;
Το πόσο συχνά πρέπει να ελέγχετε η γλυκόζη στο αίμα ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο του Διαβήτη και τη φαρμακευτική αγωγή την οποία ακολουθείτε.
Στόχος είναι να γίνονται δοκιμές σε διαφορετικές ώρες της ημέρας για να εντοπιστεί εάν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα είναι πολύ χαμηλά (ή πολύ υψηλά) σε συγκεκριμένες ώρες της ημέρας. Αυτό θα βοηθήσει να ληφθούν μέτρα για να αποτραπούν χαμηλά ή υψηλά αποτελέσματα και αυτό μπορεί να γίνει με τη βοήθεια του θεράποντος ιατρού.
Έχει προηγουμένως αναφερθεί ότι ορισμένοι άνθρωποι μπορεί να θεωρήσουν δυσάρεστες τις μετρήσεις της γλυκόζης στο αίμα. Αυτό είναι πιο πιθανό να συμβαίνει όταν οι άνθρωποι δεν έχουν λάβει εκπαίδευση σχετικά με τον τρόπο ερμηνείας και δράσης επί των αποτελεσμάτων με συνέπεια να μετατοπίζουν αλλού το βάρος (πόνος κατά τη μέτρηση) ακόμη και αν αυτό δε συμβαίνει. Όταν οι άνθρωποι γνωρίζουν πώς να ερμηνεύουν τα αποτελέσματα, η εξέταση γλυκόζης στο αίμα θεωρείται πως προσφέρει ουσιαστικό όφελος και αντιμετωπίζεται ως μία κατάσταση η οποία είναι απαραίτητη για την αντιμετώπισης της χρόνιας πάθησης και την αποφυγή των επιπλοκών της.
Τακτικότερες μετρήσεις γλυκόζης πρέπει να γίνονται στις εξής περιπτώσεις [2]:
- Πριν την οδήγηση και τουλάχιστον μία φορά κάθε 2 ώρες σε μεγαλύτερα ταξίδια
- Πριν και μετά την άσκηση
- Κατά τη διάρκεια περιόδων ασθένειας
- Εάν παρατηρείται τακτική υπογλυκαιμία
- Εάν παρατηρείται μειωμένη ικανότητα εντοπισμού υπογλυκαιμικών συμπτωμάτων
- Εάν δεν επιτυγχάνουμε τιμή γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης HbA1c μέχρι 6,5%
- Εάν ακολουθούμε σχήμα με πολλαπλές ενέσεις ινσουλίνης ημερησίως.
Ο έλεγχος της γλυκόζης στο αίμα είναι χρήσιμος προκειμένου να καταλάβουμε πόσο τα διαφορετικά γεύματα ή δραστηριότητες επηρεάζουν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα μας.
Μπορεί κάποιος να μετρά τη γλυκόζη στο αίμα πολύ λίγες φορές;
Ανάλογα με τον τρόπο αντιμετώπισης του Διαβήτη, πολλά άτομα επιδίωξαν να κάνουν πολύ λίγες μετρήσεις κατά τη διάρκεια της μέρας. Μάλιστα σε μελέτες που έγιναν σε άτομα με Διαβήτη τύπου 1 τα οποία μετρούσαν λιγότερες από 4 φορές την ημέρα τη γλυκόζη αίματος, αποδείχτηκε ότι ήταν πιο πιθανό να δυσκολεύονταν να κατανοήσουν τα αυξομειούμενα επίπεδα γλυκόζης και ήταν δεδομένο πως είχαν χειρότερο έλεγχο, με άμεσο κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών, από ό,τι κάποιος που μετράει τουλάχιστον 4 φορές την ημέρα. Η μείωση των μετρήσεων γλυκόζης κατά τη διάρκεια της μέρας σε άτομα με Διαβήτη τύπου 1, συχνά σχετίζεται με ψυχολογικά ζητήματα όπως η άρνηση για τον Διαβήτη, η κόπωση από τον Διαβήτη ή η κατάθλιψη.
Αναλογία και Ευαισθησία
Μερικά βασικά πράγματα που πρέπει να είναι γνωστά για την ινσουλίνη: Περίπου το 40-50% της συνολικής ημερήσιας δόσης της 24ωρης ινσουλίνης, δρα κατά τη διάρκεια της νύχτας, όταν βρίσκεστε σε κατάσταση νηστείας. Η 24ωρη ή βασική ινσουλίνη είναι συνήθως σταθερή από μέρα σε μέρα, ωστόσο μπορεί να διαφοροποιηθεί σε ορισμένες ιδιαίτερες περιπτώσεις, όπως ασθένεια, έμμηνος ρύση κλπ.
Το άλλο 50-60% της συνολικής ημερήσιας δόσης ινσουλίνης (24ωρης και γευματικής) αφορά κάλυψη υδατανθράκων (τροφή), διόρθωση υψηλών τιμών γλυκόζης στο αίμα και κάλυψη αυτόνομων αναγκών του ανθρώπινου οργανισμού.
Δόση εφόδου (bolus) για κάλυψη τροφής
Δόση εφόδου (bolus) για κάλυψη τροφής χαρακτηρίζεται ως η αναλογία ινσουλίνης προς υδατάνθρακες. Η αναλογία ινσουλίνης προς υδατάνθρακες αντιπροσωπεύει πόσα γραμμάρια υδατανθράκων καλύπτονται ή «καίγονται» από μία μονάδα ινσουλίνης. Γενικά, μία μονάδα ινσουλίνης ταχείας δράσης καλύπτει κατά μέσο όρο 12-15 γραμμάρια υδατανθράκων. Αυτό το εύρος, ωστόσο, μπορεί να κυμαίνεται από άνθρωπο σε άνθρωπο από 4-30 γραμμάρια ή περισσότερους υδατάνθρακες.

Πηγή: Giphy.com
Δόση διόρθωσης (bolus διόρθωσης) υψηλής γλυκόζης στο αίμα (παράγοντας ευαισθησίας στην ινσουλίνη)
Η ευαισθησία στην ινσουλίνη (bolus διόρθωσης υψηλής τιμής γλυκόζης αίματος) μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με την ώρα της ημέρας, από άτομο σε άτομο και επηρεάζεται από τη σωματική δραστηριότητα και το άγχος. Η δόση bolus για διόρθωση υψηλού γλυκόζης στο αίμα ορίζεται ως η μείωση που προκαλεί, μία μονάδα ινσουλίνης ταχείας δράσης, στη γλυκόζη αίματος. Η μείωση της γλυκόζης στο αίμα μπορεί να κυμαίνεται από 15-100 mg/dL ή περισσότερο, ανάλογα με τις μεμονωμένες ευαισθησίες στην ινσουλίνη και άλλες περιστάσεις. [3]
Είναι διαφορετικές οι οδηγίες για τα παιδιά που πάσχουν από Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1;
Οι διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες του International Society for Pediatric and Adolescent Diabetes (ISPAD [4]), επεσήμαναν τη σημασία μιας σωστής διατροφής η οποία θα πρέπει να επιτρέπει τη βέλτιστη ανάπτυξη, να διατηρεί το ιδανικό βάρος και να αποτρέπει οξείες και χρόνιες επιπλοκές. Η κατά προσέγγιση πρόσληψη ενέργειας και τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά πρέπει να κατανέμονται ως εξής: υδατάνθρακες 50-55%, λίπος 30-35% και πρωτεΐνη 10-15%. Οι υδατάνθρακες είναι το κύριο μακροθρεπτικό συστατικό που έχει επίδραση στη μεταγευματική γλυκαιμική απόκριση. Η διατροφική πρόσληψή τους δεν πρέπει να περιορίζεται για να διασφαλιστεί η σωστή ανάπτυξη σε παιδιά και εφήβους με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1.
Η προσαρμογή της δόσης ινσουλίνης στην πρόσληψη υδατανθράκων θα μπορούσε να επιφέρει πιθανές βελτιώσεις στον γλυκαιμικό έλεγχο και την ποιότητα ζωής. Η μέτρηση υδατανθράκων είναι ένα εργαλείο σχεδιασμού γευμάτων για άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1, με βάση τη γνώση των τροφίμων που περιέχουν υδατάνθρακες και την επίδρασή τους στη γλυκόζη του αίματος. Η απαραίτητη δόση ινσουλίνης (bolus) λαμβάνεται από τη συνολική ποσότητα υδατανθράκων που καταναλώνεται σε κάθε γεύμα και από την αναλογία ινσουλίνης προς υδατάνθρακες [5].
Οι τρέχουσες κατευθυντήριες οδηγίες προτείνουν, οι αλγόριθμοι για την ινσουλίνη να βασίζονται στην ποσότητα υδατανθράκων που λαμβάνεται κατά τη διάρκεια ενός γεύματος. Αναγνωρίζουν τα πρόσθετα οφέλη για τον γλυκαιμικό έλεγχο λόγω της χρήσης του γλυκαιμικού δείκτη (GI) και ότι τα λίπη και οι πρωτεΐνες στη διατροφή μπορεί να επηρεάσουν τη μεταγευματική γλυκαιμία [3], [6-7]. Ο στόχος αυτής της αναθεώρησης είναι να αναλύσει τον αντίκτυπο της μέτρησης των υδατανθράκων σε παιδιά και εφήβους με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1.
Με την ανακάλυψη της ινσουλίνης οι ερευνητές αναγνώρισαν ότι η συνολική ποσότητα υδατανθράκων διατροφής πρέπει να χρησιμοποιηθεί για να προσδιοριστεί η ανάγκη ινσουλίνης στα γεύματα.
Τη δεκαετία του 1980, η συμβατική αντιμετώπιση του Διαβήτη με ινσουλίνη επέβαλε πολύ αυστηρά πρότυπα διατροφής με περιορισμένες και ελεγχόμενες μερίδες υδατανθράκων. Στη συνέχεια, στη δεκαετία του 1990, η δοκιμή ελέγχου και επιπλοκών του Διαβήτη (μελέτη DCTT) αποτέλεσε σημείο καμπής για την αντιμετώπιση του Διαβήτη. Από τη μελέτη αυτή διαπιστώθηκε ότι η εντατική αντιμετώπιση του Διαβήτη με ινσουλίνη, χρησιμοποιώντας πολλαπλές ημερήσιες ενέσεις (MDI) ή αντλίες ινσουλίνης (CSII), βελτίωσε τον γλυκαιμικό έλεγχο και μείωσε τις επιπλοκές που σχετίζονται με τον Σακχαρώδη Διαβήτη. Στη μελέτη DCTT, η μέτρηση των υδατανθράκων, μία από τις μεθόδους σχεδιασμού γευμάτων, θεωρήθηκε αποτελεσματική στην επίτευξη καλού γλυκαιμικού ελέγχου και επέτρεψε μεγαλύτερη ευελιξία στις επιλογές τροφίμων [8-10].
Οι υδατάνθρακες έχουν την πιο σημαντική επίδραση στην αύξηση της γλυκόζης στο αίμα. Η προσεκτική μέτρηση των υδατανθράκων θα οδηγήσει στον σωστό υπολογισμό της απαιτούμενης δόσης ινσουλίνης, η οποία με τη σειρά της θα οδηγήσει σε ομαλοποίηση της μεταγευματικής γλυκαιμίας [6].

Πηγή: Scopeblog.stanford.edu
Η Αμερικανική Ακαδημία Διατροφής και Διαιτολογίας έχει εντοπίσει τρία επίπεδα μέτρησης υδατανθράκων [6]:
Επίπεδο 1: Τα άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη πρέπει να κατανοήσουν ότι οι υδατάνθρακες αυξάνουν τη γλυκόζη στο αίμα και πρέπει να ενθαρρύνονται να καταναλώνουν σταθερή ποσότητα υδατανθράκων ανά γεύμα. Πρέπει να παρέχονται απλές μέθοδοι για τον ποσοτικό προσδιορισμό των υδατανθράκων. Συγκεκριμένα, το επίπεδο 1 είναι χρήσιμο για άτομα που βρίσκονται σε αγωγή με δόσεις ινσουλίνης δύο φορές την ημέρα και που χρειάζονται συνεπή πρόσληψη υδατανθράκων [11].
Επίπεδο 2: Διαχείριση προτύπων. Αυτό αντιπροσωπεύει ένα ενδιάμεσο βήμα, στο οποίο τα άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη μαθαίνουν να αξιολογούν τις αλλαγές στη γλυκόζη του αίματος σε σύγκριση με τους υδατάνθρακες που καταναλώνονται, οι οποίες τροποποιούνται από την ινσουλίνη και τη σωματική δραστηριότητα. Επομένως, τα άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη που υποστηρίζονται από παιδιατρικές ομάδες μπορούν να κάνουν αλλαγές στην ινσουλίνη τους. Ωστόσο, όλο και πιο συχνά, οι παιδιατρικές ομάδες χρησιμοποιούν άλλες μεθόδους, όπως η πρόσληψη υδατανθράκων ή η αναλογία ινσουλίνης προς υδατάνθρακες (ICR).
Επίπεδο 3: Υψηλό επίπεδο μέτρησης υδατανθράκων. Τα άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1 που ακολουθούν σχήμα με πολλαπλές ημερήσιες ενέσεις ινσουλίνης (MDI) ή με αντλία ινσουλίνης (CSII) μαθαίνουν την αναλογία ινσουλίνης προς υδατάνθρακες (ICR) και πώς να τη χρησιμοποιούν.
Η αναλογία ινσουλίνης προς υδατάνθρακες (ICR) εξατομικεύεται και εξαρτάται από την ευαισθησία του ατόμου στην ινσουλίνη, δηλαδή πόσα γραμμάρια υδατανθράκων καλύπτει μία μονάδα ινσουλίνης. Το ICR επιτρέπει στα παιδιά να καλύπτουν τις ανάγκες τους σε ινσουλίνη κατά τη διάρκεια του γεύματος με βάση τους υδατάνθρακες που θα καταναλώνονται εκείνη τη στιγμή, το επίπεδο γλυκόζης στο αίμα τους και την αναμενόμενη σωματική τους δραστηριότητα [8], [11]. Για τον προσδιορισμό της αναλογίας υδατανθράκων προς ινσουλίνη, χρησιμοποιείται συχνά η εμπειρική μέθοδος του κανόνα 500 (για ανάλογα ινσουλίνης) ή 300-450 (για ανθρώπινη ινσουλίνη) [12-15]. Αποτελείται από τη διαίρεση 500, 300 ή 450 με τη συνολική ημερήσια δόση ινσουλίνης (TDD). Το ICR δεν είναι σταθερό κατά τη διάρκεια της ημέρας. Τείνει να είναι υψηλότερο το πρωί, χαμηλότερο το μεσημέρι και υψηλότερο το βράδυ16. Το ICR ποικίλλει περισσότερο στα παιδιά από ό,τι στους ενήλικες και αυτό γιατί συνδέεται με τις συχνότερες αλλαγές που συμβαίνουν στην καθημερινή δραστηριότητα του παιδιού [7].
Ο δείκτης ευαισθησίας στην ινσουλίνη (ISF) είναι ένας αλγόριθμος διόρθωσης της προγευματικής γλυκαιμίας. Συγκεκριμένα, ο ISF δείχνει πόσο θα μειωθεί η γλυκόζη στο αίμα (με μονάδα μέτρησης τις mg/dL) με μία μονάδα ινσουλίνης. Αυτό επιτυγχάνεται διαιρώντας το 1800 (για ανάλογα ινσουλίνης) ή το 1500 (για ανθρώπινη ινσουλίνη) με τη συνολική ημερήσια δόση ινσουλίνης (TDD)17. Ο ISF πρέπει επίσης να εξατομικεύεται για κάθε ασθενή. Όσον αφορά τα βρέφη και τα νήπια, ο ISF είναι γενικά υψηλότερος, περίπου 100-150 mg/dL [17].
Η συνεχής παρακολούθηση γλυκόζης και ο ρόλος της στη διαχείριση του Σακχαρώδη Διαβήτη
Η μέτρηση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1c), αν και υπήρξε η παραδοσιακή μέθοδος για την αξιολόγηση του γλυκαιμικού ελέγχου, δεν αντικατοπτρίζει τις γλυκαιμικές διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια ενός 24ώρου που μπορεί να οδηγήσουν σε οξέα συμβάντα (όπως υπογλυκαιμία) ή μεταγευματική υπεργλυκαιμία, τα οποία έχουν συνδεθεί με μικροαγγειακές και μακροαγγειακές επιπλοκές.
Η αυτοπαρακολούθηση, δηλαδή οι μετρήσεις γλυκόζης στο αίμα (SMBG), είναι αναγκαίες για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του Διαβήτη. Ωστόσο, παρόλο που έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνει τον γλυκαιμικό έλεγχο και την ποιότητα ζωής των ατόμων με Διαβήτη που ακολουθούν αγωγή με ινσουλίνη [18-21] δεν μπορεί να προβλέψει επικείμενη υπογλυκαιμία ή προειδοποίηση για υπογλυκαιμία [22-24].
Η συνεχής παρακολούθηση της γλυκόζης (CGM), είτε από χρήση σε πραγματικό χρόνο (rtCGM) είτε κατά διαστήματα (iCGM), αντιμετωπίζει πολλούς από τους περιορισμούς που ενέχει ο έλεγχος της HbA1c και η αυτοπαρακολούθηση με μετρητή γλυκόζης αίματος. Παρόλο που και οι δύο τεχνολογίες παρέχουν τα μέσα για να προχωρήσουμε πέρα από τη μέτρηση HbA1c ως τον μοναδικό δείκτη του γλυκαιμικού ελέγχου, λείπουν τυποποιημένες μετρήσεις για την ανάλυση δεδομένων συνεχούς καταγραφής γλυκόζης (CGM). Επιπλέον, δεν έχουν ακόμη καθοριστεί σαφή κριτήρια για το αν τα συστήματα αυτά είναι κατάλληλα για όλα τα άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη, καθώς επίσης και αν όλα τα άτομα με Διαβήτη είναι σε θέση να κατανοήσουν ή να χρησιμοποιήσουν όλες τις νέες πληροφορίες που παρέχουν αυτά τα συστήματα.
Τα Συστήματα Συνεχούς Καταγραφής της Γλυκόζης (Continuous Glucose Monitoring – CGM) τοποθετούνται υποδόρια, είναι ελάχιστα επεμβατικά, βασίζονται σε βιοαισθητήρα και συγκεκριμένα χρησιμοποιούν το ένζυμο της οξειδάσης της γλυκόζης (GOD) παρέχοντας έμμεση αξιολόγηση της συγκέντρωσης της γλυκόζης στο πλάσμα, μέσω μέτρησης της συγκέντρωσης γλυκόζης στο εξωκυτταρικό διάμεσο υγρό.
Στα νεότερα συστήματα συνεχούς παρακολούθησης της γλυκόζης απαιτούνται 0-2 μετρήσεις γλυκόζης στο τριχοειδικό αίμα (βαθμονομήσεις) καθημερινά, από τον ίδιο τον χρήστη, με στόχο την επαλήθευση των αποτελεσμάτων μέτρησης, καθώς και τον έλεγχο αξιοπιστίας της συσκευής.[25]

Πηγή: Flaticon.com

Πηγή: Diabeteswise.org
Τα συστήματα CGM διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες [26]:
- Σε εκείνα που εμφανίζουν δεδομένα σε πραγματικό χρόνο συνεχώς (Real-time Continuous Glucose Monitoring, rtCGM) με δυνατότητα ανάλυσης, κοινοποίησης από απόσταση των αποτελεσμάτων μέσω πιστοποιημένου cloud σε έναν επαγγελματία υγείας ή φροντιστή/γονέα και προειδοποίησης του χρήστη με αυτοματοποιημένους συναγερμούς για υψηλά/χαμηλά επίπεδα γλυκόζης καθώς και ραγδαίες διακυμάνσεις. Η βαθμονόμηση απαιτείται 0-2 φορές ημερησίως και εξασφαλίζει ότι η ακρίβεια είναι πάντα υψηλή:
α) για όλους τους αισθητήρες ανεξαρτήτως κατασκευαστικής μεταβλητότητας και
β) για όλους τους χρήστες αναδεικνύοντας τη διαφορετική ανταπόκριση κάθε οργανισμού (interpatient & intrapatient variability: IVP, Foreign Body Response),
ώστε να διατηρείται συνεχώς η απόδοση του συστήματος στην πάροδο του χρόνου.
H επισκόπηση της διακύμανσης της γλυκόζης (AGP, Ambulatory Glucose Profile), συνδυάζοντας τη χρήση των νεότερων δεικτών, παρέχει ευκολία αναγνώρισης καθημερινών μοτίβων για τη βελτίωση της γλυκαιμικής ρύθμισης.
- Σε εκείνα που εμφανίζουν δεδομένα κατ’ επίκληση του χρήστη (intermittently scanned, isCGM ή Flash FGM), τα οποία δεν απαιτούν βαθμονόμηση, χωρίς συναγερμούς για τη διακύμανση της γλυκόζης και υποχρεωτική μέτρηση της γλυκόζης στο τριχοειδικό αίμα σε ακραίες τιμές.
- Σε εκείνα που δεν εμφανίζουν δεδομένα στον χρήστη σε πραγματικό χρόνο (Professional CGM) και η ανάλυση πραγματοποιείται μετά την περίοδο καταγραφής, από τους επαγγελματίες υγείας. Απαιτείται βαθμονόμηση 2-3 φορές ημερησίως.
Ποιοι είναι οι περιορισμοί της HbA1c;
Η δοκιμή ελέγχου και επιπλοκών του Διαβήτη στη μελέτη DCCT, ακολουθούμενη από την επιδημιολογία των παρεμβάσεων και των επιπλοκών του Διαβήτη στη μελέτη EDIC, έδειξαν πόσο η αυξημένη τιμή της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης HbA1c συμβάλλει στην εμφάνιση επιπλοκών στην περίπτωση του Διαβήτη τύπου 1. Η μελέτη UKPDS στο Ηνωμένο Βασίλειο επιβεβαίωσε τη σημασία του γλυκαιμικού ελέγχου καθώς και άλλων συστατικών του μεταβολικού ελέγχου, δηλαδή της αρτηριακής πίεσης, στην υγεία των ατόμων με Διαβήτη τύπου 2 [27-28]. Οι περισσότεροι παγκόσμιοι οργανισμοί προτείνουν επίπεδα γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης HbA1c <7,0% για ενήλικες και <7,5% για παιδιά, αν και αρκετοί οργανισμοί προτείνουν στόχο HbA1c ≤6,5% για ενήλικες [29] και παιδιά [30]. Ωστόσο, όλοι οι οργανισμοί συμφωνούν ότι οι στόχοι HbA1c πρέπει να εξατομικεύονται σε κάθε ασθενή. Παρόλο που η HbA1c παραμένει ο δείκτης αναφοράς για την αξιολόγηση του γλυκαιμικού ελέγχου και την πρόβλεψη του κινδύνου ανάπτυξης μακροχρόνιων επιπλοκών, έχει αρκετούς περιορισμούς, καθώς η HbA1c:
- Παρέχει μόνο έναν μέσο όρο των επιπέδων γλυκόζης τους προηγούμενους 2-3 μήνες.
- Δεν ανιχνεύει υπογλυκαιμία ή υπεργλυκαιμία σε καθημερινή βάση.
- Είναι ένα αναξιόπιστο μέτρο σε πάσχοντες από Σακχαρώδη Διαβήτη, οι οποίοι έχουν παράλληλα αναιμία [31], αιμοσφαιρινοπάθειες [32] ή έλλειψη σιδήρου [33] και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης [34].
- Δεν αντικατοπτρίζει ταχείες αλλαγές στον καθημερινό έλεγχο της γλυκόζης.
- Δεν παρέχει δεδομένα σχετικά με τον τρόπο προσαρμογής του θεραπευτικού σχήματος όταν τα επίπεδα HbA1c είναι αυξημένα.
Συνοπτικά, αν και η HbA1c έχει αποδειχθεί εξαιρετικά πολύτιμη στη διαχείριση των ατόμων με Σακχαρώδη Διαβήτη, αποτελεί πολύτιμο μέτρο της υγείας του πληθυσμού και παραμένει επικυρωμένος δείκτης γλυκοζυλίωσης ως παράγοντας κινδύνου για επιπλοκές, ωστόσο έχει αποδειχτεί ότι δεν είναι τόσο χρήσιμη στην εξατομικευμένη διαχείριση του Διαβήτη.
Η βιβλιογραφία καταγράφει ότι υπάρχουν εθνοτικές και φυλετικές διαφορές στα ποσοστά γλυκοζυλίωσης [35-37], η οποία επηρεάζει την ακρίβεια των μετρήσεων της HbA1c. Τα αποτελέσματα των εθνοτικών διαφορών κατά μέσο όρο HbA1c δεν μπορούν να εξηγηθούν εξ ολοκλήρου από μετρημένες διαφορές στη γλυκαιμία, διαφορές στους κοινωνιοδημογραφικούς ή κλινικούς παράγοντες ή από διαφορές στην πρόσβαση στη φροντίδα ή στην ποιότητα της περίθαλψης. Ένα εκτιμώμενο επίπεδο της HbA1c (eA1C) μπορεί να υπολογιστεί εάν υπάρχουν επαρκή δεδομένα rtCGM / iCGM (70% ή 10 ημέρες από τις 14 ημέρες δεδομένων CGM). Το eA1C και η εργαστηριακή τιμή της HbA1c μπορεί να διαφέρουν σε κάποιο βαθμό για ένα συγκεκριμένο άτομο, επειδή υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν την ανάγνωση της HbA1c. Η γνώση του τρόπου σύγκρισης μιας eA1C που προέρχεται από τα δεδομένα του CGM ενός ατόμου με την HbA1c που μετρήθηκε από το εργαστήριο μπορεί να είναι χρήσιμη για ασφαλή και αποτελεσματική κλινική διαχείριση [38].
Χρήση μεθοδολογιών παρακολούθησης γλυκόζης (SMBG και CGM) για την καθοδήγηση της διαχείρισης και για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων σε διαφορετικούς πληθυσμούς ατόμων με Σακχαρώδη Διαβήτη - Σημαντικά ευρήματα
Έχει αποδειχθεί ότι η SMBG (μέτρηση γλυκόζης από το δάχτυλο) είναι χρήσιμη και συσχετίζεται με την αποτελεσματική διαχείριση του Σακχαρώδη Διαβήτη από το ίδιο το άτομο που έλαβε ινσουλίνη ή άλλου είδους φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπιση του Διαβήτη [18-21], [39-40]. Ωστόσο, η SMBG έχει αξιοσημείωτους περιορισμούς:
- Απαιτείται τρύπημα δακτύλου για να ληφθεί ένα δείγμα αίματος.
- Παρέχει μόνο μία τιμή γλυκόζης ανά μέτρηση, η οποία δεν παρέχει καμία ένδειξη της κατεύθυνσης ή του ρυθμού μεταβολής των επιπέδων γλυκόζης.
Έτσι, η χρήση μόνο δεδομένων από SMBG (μετρητή γλυκόζης):
- μπορεί να οδηγήσει σε ακατάλληλες αποφάσεις, όπως η χορήγηση διορθωτικής ινσουλίνης όταν πέφτουν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, και
- η λήψη ή όχι αυτών των δεδομένων εξαρτάται από την απόφαση του ατόμου με Διαβήτη για αυτοπαρακολούθηση, εάν δηλαδή θα τα λάβει ή όχι υπόψη του.
Κατά συνέπεια, η SMBG συχνά αποτυγχάνει να ανιχνεύσει νυκτερινή και ασυμπτωματική υπογλυκαιμία [22-23].
Το iCGM παρέχει την τρέχουσα τιμή γλυκόζης συν αναδρομικά δεδομένα γλυκόζης για μια καθορισμένη χρονική περίοδο κατά τη «σάρωση». Αυτήν τη στιγμή, διαθέσιμο είναι μόνο ένα σύστημα iCGM, γνωστό και ως “flash”. Αυτό το σύστημα χρησιμοποιεί δύο αντικείμενα: έναν αισθητήρα γλυκόζης, ο οποίος εισάγεται στον άνω βραχίονα του χρήστη και μια ξεχωριστή συσκευή ανάγνωσης οθόνης αφής. Όταν η συσκευή ανάγνωσης περιστρέφεται κοντά στον αισθητήρα, ο αισθητήρας μεταδίδει τόσο ένα στιγμιαίο επίπεδο γλυκόζης όσο και ένα γράφημα τάσης 8 ωρών στον αναγνώστη. Η μόνη διαθέσιμη συσκευή iCGM είναι βαθμονομημένη από το εργοστάσιο, διαρκεί έως και 14 ημέρες και δε χρειάζεται βαθμονόμηση από τον χρήστη.
Ωστόσο, το iCGM δεν έχει συναγερμούς για χαμηλές και υψηλές τιμές γλυκόζης και, όπως και με το SMBG, οι μετρήσεις εμφανίζονται μόνο όταν ο χρήστης της συσκευής επιλέγει να κάνει μια μέτρηση. Δύο μελέτες που χρησιμοποιούν το iCGM έχουν δείξει σημαντικές βελτιώσεις στην υπογλυκαιμία, το χρονικό εύρος, τη γλυκαιμική μεταβλητότητα και την ικανοποίηση των χρηστών [41-42]. Η συσκευή flash είναι επίσης διαθέσιμη χωρίς την ανάγκη σάρωσης, σε τυφλή λειτουργία για κλινική έρευνα ή αναδρομική αξιολόγηση μοτίβου γλυκόζης.
Το rtCGM, σε μη τυφλή λειτουργία, παρέχει αριθμητικές και γραφικές πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο σχετικά με το τρέχον επίπεδο γλυκόζης, τις τάσεις γλυκόζης και την κατεύθυνση/ ρυθμό μεταβολής της γλυκόζης. Συσκευές με προγραμματιζόμενες ειδοποιήσεις/ συναγερμούς που προειδοποιούν τους χρήστες για τρέχουσες ή/ και επικείμενες υψηλές ή χαμηλές τιμές γλυκόζης, προσφέρουν επιπλέον πλεονεκτήματα ασφάλειας. Στην Ευρώπη, ένας νέος τύπος εμφυτεύσιμου συστήματος rtCGM είναι διαθέσιμος ως εναλλακτική λύση για τα διαδερμικά CGM [43].
Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι η χρήση του rtCGM βελτιώνει τον γλυκαιμικό έλεγχο και την ποιότητα ζωής τόσο σε παιδιά όσο και σε ενήλικες με Διαβήτη τύπου 1 που βρίσκονται σε αγωγή είτε με αντλία (συνεχής υποδόρια έγχυση ινσουλίνης) είτε με πολλαπλές ημερήσιες ενέσεις ινσουλίνης, βελτιώνοντας την HbA1c, μειώνοντας αφενός τον χρόνο που αφιερώνεται από το ίδιο το άτομο στην υπογλυκαιμία και την υπεργλυκαιμία, και αφετέρου επιτυγχάνοντας μείωση της μέτριας έως σοβαρής υπογλυκαιμίας [44–55]. Το όφελος του rtCGM παρατηρήθηκε κυρίως σε εκείνους τους ανθρώπους με Διαβήτη που χρησιμοποιούσαν τακτικά τις συσκευές αυτομέτρησης [44], [46], [53]. Σε μια ανάλυση, μεγάλης διάρκειας, το rtCGM μείωσε τις συνολικές επιπλοκές που σχετίζονται με τον Διαβήτη. Τα οφέλη της χρήσης rtCGM έχουν επίσης αναφερθεί σε άτομα με Διαβήτη τύπου 2 που αντιμετωπίζονται με ή χωρίς εντατική αντιμετώπιση με ινσουλίνη [56-58].
Το όφελος των συστημάτων rtCGM σχετίζεται άμεσα με την επιμονή και τη συχνότητα χρήσης. Μια μετα-ανάλυση από τους Pickup et al. [53] διαπίστωσε ότι κάθε μία ημέρα αύξησης της χρήσης του αισθητήρα ανά εβδομάδα αυξάνει την επίδραση του CGM, και η επίδρασή του στην HbA1c είναι πιο έντονη όσο υψηλότερη είναι η αρχική HbA1c.
Ποιες είναι οι ελάχιστες απαιτήσεις για απόδοση των CGM;
Δεν υπάρχουν διεθνή αποδεκτά πρότυπα για τη βέλτιστη της απόδοσης των συστημάτων CGM ώστε να μπορεί να συγκριθεί με κάποιο πρότυπο του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης (ISO) 15197 όπως ισχύει για το σύστημα SMBG, το οποίο καθορίζει τις διαδικασίες επαλήθευσης σχεδιασμού και την επικύρωση της απόδοσης από τους προοριζόμενους χρήστες.
Ωστόσο, το ISO/ IEEE FDIS 11073-10425 παρέχει έναν κανονιστικό ορισμό της επικοινωνίας μεταξύ συσκευών CGM και διαχειριστών (όπως κινητά τηλέφωνα, προσωπικοί υπολογιστές, προσωπικές συσκευές υγείας και αποκωδικοποιητές) με τρόπο που επιτρέπει τη διαλειτουργικότητα. Σε αντίθεση με το iCGM, η ακρίβεια των συστημάτων rtCGM εξαρτάται από τις μετρήσεις των SMBG για βαθμονόμηση. Επομένως, είναι σημαντικό να έχουμε έναν ακριβή μετρητή γλυκόζης. Η επιτυχής βαθμονόμηση απαιτεί επίσης διάφορες συνθήκες. Για παράδειγμα, λειτουργεί καλύτερα όταν η γλυκόζη δεν αλλάζει γρήγορα. Είναι σημαντικό ότι οι χρήστες πρέπει να εκπαιδεύονται στις κατάλληλες τεχνικές. Η μέση απόλυτη σχετική διαφορά (MARD) είναι επί του παρόντος η πιο κοινή μέτρηση που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της απόδοσης των συστημάτων CGM. Το MARD είναι ο μέσος όρος του απόλυτου σφάλματος μεταξύ όλων των τιμών CGM και των αντίστοιχων τιμών αναφοράς. Ένα μικρό ποσοστό δείχνει ότι οι μετρήσεις CGM είναι κοντά στην τιμή γλυκόζης αναφοράς, ενώ ένα μεγαλύτερο ποσοστό MARD υποδεικνύει μεγαλύτερες αποκλίσεις μεταξύ των τιμών CGM και των τιμών γλυκόζης αναφοράς.
Υπογλυκαιμία: Ορισμός και αξιολόγησή της σε κλινικές μελέτες - Σημαντικά ευρήματα
Η υπογλυκαιμία παραμένει ένα σημαντικό εμπόδιο για τον γλυκαιμικό έλεγχο και μια κοινή επιπλοκή της αντιμετώπισης του Διαβήτη, ειδικά στον Διαβήτη τύπου 1 [59].
Σε ενήλικες με Διαβήτη τύπου 1, η σοβαρή υπογλυκαιμία σχετίζεται περισσότερο με τη διάρκεια του Διαβήτη και τη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) [52]. Ομοίως, σε παιδιά ηλικίας 6-17 ετών με Διαβήτη τύπου 1 [60] ή σε ενήλικες με Διαβήτη τύπου 2 (κυρίως όσων λαμβάνουν ινσουλίνη ή σουλφονυλουρίες [61]), η σοβαρή υπογλυκαιμία ήταν συχνότερη μεταξύ εκείνων με τα χαμηλότερα επίπεδα και τα υψηλότερα επίπεδα HbA1c.
Η ανάγκη βοήθειας είναι ο συνηθισμένος συνοπτικός ορισμός για σοβαρή υπογλυκαιμία. Τα περισσότερα παιδιά χρειάζονται βοήθεια σε κάθε υπογλυκαιμία, όχι μόνο στη σοβαρή υπογλυκαιμία [62].
Ως εκ τούτου, η σοβαρή υπογλυκαιμία στα παιδιά συχνά ορίζεται ως ένα συμβάν που σχετίζεται με κατάσχεση ή απώλεια συνείδησης ή που απαιτεί ιατρικό προσωπικό έκτακτης ανάγκης, επίσκεψη στο τμήμα έκτακτης ανάγκης ή εισαγωγή στο νοσοκομείο. Σε ενήλικες, ο ορισμός της σοβαρής υπογλυκαιμίας συχνά περιλαμβάνει επεισόδια που σχετίζονται με κώμα ή επιληπτική κρίση, για τα οποία το άτομο με Διαβήτη, επανέρχεται στη φυσιολογική γλυκαιμία από μόνο του.
Ποια η σημασία του όρου «χρόνος εντός στόχου (TIR)» και πώς μπορεί να βοηθήσει ένα άτομο με Σακχαρώδη Διαβήτη;
Ο χρόνος εντός του εύρους στόχου (TIR) αναφέρεται γενικά στον χρόνο κατά τον οποίο το επίπεδο της γλυκόζης βρίσκεται εντός του εύρους στόχου που έχει θέσει ένα άτομο με Διαβήτη σε συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό του (συνήθως 70-180 mg/dL, αλλά περιστασιακά 70-140 mg/dL).
Οι μετρήσεις TIR προσθέτουν πολύτιμες πληροφορίες για την εκτίμηση του επιπέδου του τρέχοντος γλυκαιμικού ελέγχου πέρα από αυτό που είναι γνωστό από την HbA1c. Ωστόσο, ο χρόνος στο εύρος στόχων από μόνος του δεν αποτελεί επαρκή περιγραφή του συνολικού γλυκαιμικού ελέγχου. Είναι επίσης απαραίτητο να υπολογίσουμε τους χρόνους κάτω και πάνω από το εύρος στόχων, χρησιμοποιώντας μερικά όρια σοβαρότητας για κάθε επίπεδο [59].
Ο TIR είναι χρήσιμος και μπορεί να βοηθήσει τα άτομα με Διαβήτη να κατανοήσουν εάν η ποσότητα της σημαντικής υπογλυκαιμίας ή της υπεργλυκαιμίας που αντιμετωπίζουν βελτιώνεται με την πάροδο του χρόνου. Η κατανομή του χρόνου στην υπογλυκαιμία και την υπεργλυκαιμία κατανέμεται σε δύο επίπεδα. Στο επίπεδο 1 απαιτείται παρακολούθηση και λήψη δράσης εάν χρειάζεται, και στο επίπεδο 2 απαιτείται άμεση δράση λόγω της πιο δυνητικά κλινικά σημαντικής φύσης των επιπέδων γλυκόζης.
Βιβλιογραφία
- https://www.diabetes.co.uk/blood-glucose/blood-glucose-testing.html
- Type 1 diabetes in adults: diagnosis and management NICE guidelines [NG17]. Published August 2015.
- https://dtc.ucsf.edu/types-of-diabetes/type2/treatment-of-type-2-diabetes/medications-and-therapies/type-2-insulin-rx/calculating-insulin-dose/
- Smart C.E., Annan F., Bruno L.P.C., Higgins L.A., Acerini C.L. ISPAD Clinical Practice Consensus Guidelines 2014 Compendium: Nutritional management in children and adolescents with diabetes. Pediatr. Diabetes. 2014;15:135–153. doi: 10.1111/pedi.12175. [PubMed] [CrossRef] [Google Scholar]
- Gillespie S.J., Kulkarni K.D., Daly A.E. Using carbohydrate counting in diabetes clinical practice. J. Am. Diet. Assoc. 1998;98:897–905. doi: 10.1016/S0002-8223(98)00206-5. [PubMed] [CrossRef] [Google Scholar]
- Kawamura T. The importance of carbohydrate counting in the treatment of children with diabetes. Pediatr. Diabetes. 2007;8:57–62. doi: 10.1111/j.1399-5448.2007.00287.x. [PubMed] [CrossRef] [Google Scholar]
- Sheard N.F., Clark N.G., Brand-Miller J.C., Franz M.J., Pi-Sunyer F.X., Mayer-Davis E., Kulkarni K., Geil P. Dietary carbohydrate (amount and type) in the prevention and management of diabetes: A statement by the American diabetes association. Diabetes Care. 2004;27:2266–2271. doi: 10.2337/diacare.27.9.2266. [PubMed] [CrossRef] [Google Scholar]
- THE DCCT Research Group Nutrition interventions for intensive therapy in the Diabetes Control and Complications Trial. J. Am. Diet. Assoc. 1993;93:768–772. [PubMed] [Google Scholar]
- Rabbone I., Canova A., Tuli G., Gioia E., Sicignano S., Cerutti F. The calculation of carbohydrates in type 1 diabetes in children. G. Ital. Diabetol. Metab. 2011;31:150–154. (In Italian) [Google Scholar]
- Deeb A., Al Hajeri A., Alhmoudi I., Nagelkerke N. Accurate carbohydrate counting is an important determinant of postprandial glycemia in children and adolescents with type 1 diabetes on insulin pump therapy. J. Diabetes Sci. Technol. 2017;11:753–758. doi: 10.1177/1932296816679850. [PMC free article] [PubMed] [CrossRef] [Google Scholar]
- Wolever T.M., Hamad S., Chiasson J.L., Josse R.G., Leiter L.A., Rodger N.W., Ross S.A., Ryan E.A. Day-to-day consistency in amount and source of carbohydrate associated with improved blood glucose control in type 1 diabetes. J. Am. Coll. Nutr. 1999;18:242–247. doi: 10.1080/07315724.1999.10718858. [PubMed] [CrossRef] [Google Scholar]
- Slama G., Klein J.C., Delage A., Ardila E., Lemaignen H., Papoz L., Tchobroutsky G. Correlation between the nature and amount of carbohy- drate in meal intake and insulin delivery by the artificial pancreas in 24 insulin-dependent diabetics. Diabetes. 1981;30:101–105. doi: 10.2337/diab.30.2.101. [PubMed] [CrossRef] [Google Scholar]
- Halfon P., Belkhadir J., Slama G. Correlation between amount of carbohydrate in mixed meals and insulin delivery by artificial pancreas in seven IDDM subjects. Diabetes Care. 1989;12:427–429. doi: 10.2337/diacare.12.6.427. [PubMed] [CrossRef] [Google Scholar]
- Walsh J., Roberts R., Bayle T., Varma C.B. Using Insulin, Everything You Need for Success with Insulin. Torrey Pines Press; San Diego, CA, USA: 2003. [Google Scholar]
- Walsh J., Roberts R. Pumping Insulin. 4th ed. Torrey Pines Press; San Diego, CA, USA: 2000. [Google Scholar]
- Danne T. Current practice of insulin pump therapy in children and adolescents-the Hannover recipe. Pediatr. Diabetes. 2006;7:25–31. doi: 10.1111/j.1399-543X.2006.00166.x. [PubMed] [CrossRef] [Google Scholar]
- Hanas R., Adolfsson P. Bolus calculator settings in well-controlled prepubertal children using insulin pumps are characterized by low insulin to carbohydrate ratios and short duration of insulin action time. J. Diabetes Sci. Technol. 2017;11:247–252. doi: 10.1177/1932296816661348. [PMC free article] [PubMed] [CrossRef] [Google Scholar]
- Kato N, Cui J, Kato M. Structured self-monitoring of blood glucose reduces glycated hemoglobin in insulin-treated diabetes. J Diabetes Investig 2013;4:450–453 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Polonsky WH, Fisher L, Schikman CH, et al. Structured self-monitoring of blood glucose significantly reduces A1C levels in poorly controlled, noninsulin-treated type 2 diabetes: results from the Structured Testing Program study. Diabetes Care 2011;34:262–26 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Franciosi M, Lucisano G, Pellegrini F, et al.; ROSES Study Group . ROSES: role of self-monitoring of blood glucose and intensive education in patients with type 2 diabetes not receiving insulin. A pilot randomized clinical trial. Diabet Med 2011;28:789–796 [PubMed] [Google Scholar]
- Kempf K, Kruse J, Martin S. ROSSO-in-praxi follow-up: long-term effects of self-monitoring of blood glucose on weight, hemoglobin A1c, and quality of life in patients with type 2 diabetes mellitus. Diabetes Technol Ther 2012;14:59–64 [PubMed] [Google Scholar]
- Bolli GB. Hypoglycaemia unawareness. Diabetes Metab 1997;23(Suppl. 3):29–35 [PubMed] [Google Scholar]
- Gold AE, MacLeod KM, Frier BM. Frequency of severe hypoglycemia in patients with type I diabetes with impaired awareness of hypoglycemia. Diabetes Care 1994;17:697–703 [PubMed] [Google Scholar]
- American Diabetes Association Standards of Medical Care in Diabetes—2017. Diabetes Care 2017;40(Suppl. 1):S1–S135 [PubMed] [Google Scholar]
- Cosimo Scuffi, Interstitium versus Blood Equilibrium in Glucose Concentration and its Impact on Subcutaneous Continuous Glucose Monitoring Systems. European Endocrinology, 2014;10(1):36–42
- Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία. Ο έλεγχος της γλυκαιμικής εικόνας από το άτομο με ΣΔ. Αυτοέλεγχος- Συνεχής Καταγραφή Γλυκόζης. Κατευθυντήριες Οδηγίες για τη διαχείριση του ατόμου με Σακχαρώδη Διαβήτη 2020. 61-66
- Orchard TJ, Nathan DM, Zinman B, et al.; Writing Group for the DCCT/EDIC Research Group. Association between 7 years of intensive treatment of type 1 diabetes and long-term mortality. JAMA 2015;313:45–53 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Holman RR, Paul SK, Bethel MA, Matthews DR, Neil HAW. 10-year follow-up of intensive glucose control in type 2 diabetes. N Engl J Med 2008;359:1577–1589 [PubMed] [Google Scholar]
- Garber AJ, Abrahamson MJ, Barzilay JI, et al.; American Association of Clinical Endocrinologists (AACE); American College of Endocrinology (ACE) . Consensus statement by the American Association of Clinical Endocrinologists and American College of Endocrinology on the comprehensive type 2 diabetes management algorithm – 2016 Executive Summary. Endocr Pract 2016;22:84–113 [PubMed] [Google Scholar]
- National Institute for Health and Care Excellence (NICE) Diabetes (type 1 and type 2) in children and young people: diagnosis and management, 2015. NICE guideline [NG18]. London, U.K., National Institute for Health and Care Excellence. Available from www.nice.org.uk/guidance/NG18. Accessed 4 May 2017.
- National Institute of Diabetes and Digestive and Kidney Diseases Sickle cell trait & other hemoglobinopathies & diabetes (for providers) [Internet], 2014. Available from http://diabetes.niddk.nih.gov/dm/pubs/hemovari-A1C/index.aspx. Accessed 26 August 2017.
- Bry L, Chen PC, Sacks DB. Effects of hemoglobin variants and chemically modified derivatives on assays for glycohemoglobin. Clin Chem 2001;47:153–163 [PubMed] [Google Scholar]
- Ford ES, Cowie CC, Li C, Handelsman Y, Bloomgarden ZT. Iron-deficiency anemia, non-iron-deficiency anemia and HbA1c among adults in the US. J Diabetes 2011;3:67–73 [PubMed] [Google Scholar]
- Nielsen LR, Ekbom P, Damm P, et al. HbA1c levels are significantly lower in early and late pregnancy. Diabetes Care 2004;27:1200–1201 [PubMed] [Google Scholar]
- Bergenstal RM, Gal RL, Connor CG, et al.; T1D Exchange Racial Differences Study Group. Racial differences in the relationship of glucose concentrations and hemoglobin A1c levels. Ann Intern Med 2017;167:95–102 [PubMed] [Google Scholar]
- Shipman KE, Jawad M, Sullivan KM, Ford C, Gama R. Ethnic/racial determinants of glycemic markers in a UK sample. Acta Diabetol 2015;52:687–692 [PubMed] [Google Scholar]
- Wolffenbuttel BHR, Herman WH, Gross JL, Dharmalingam M, Jiang HH, Hardin DS. Ethnic differences in glycemic markers in patients with type 2 diabetes. Diabetes Care 2013;36:2931–2936 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Beck RW, Connor CG, Mullen DM, Wesley DM, Bergenstal RM. The fallacy of average: how using HbA1c alone to assess glycemic control can be misleading. Diabetes Care 2017;40:994–999 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Nathan DM, Genuth S, Lachin J, et al. .; Diabetes Control and Complications Trial Research Group . The effect of intensive treatment of diabetes on the development and progression of long-term complications in insulin-dependent diabetes mellitus. N Engl J Med 1993;329:977–986 [PubMed] [Google Scholar]
- Miller KM, Beck RW, Bergenstal RM, et al.; T1D Exchange Clinic Network. Evidence of a strong association between frequency of self-monitoring of blood glucose and hemoglobin A1c levels in T1D Exchange clinic registry participants. Diabetes Care 2013;36:2009–2014 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Bolinder J, Antuna R, Geelhoed-Duijvestijn P, Kröger J, Weitgasser R. Novel glucose-sensing technology and hypoglycaemia in type 1 diabetes: a multicentre, non-masked, randomised controlled trial. Lancet 2016;388:2254–2263 [PubMed] [Google Scholar]
- Haak T, Hanaire H, Ajjan R, Hermanns N, Riveline JP, Rayman G. Flash glucose-sensing technology as a replacement for blood glucose monitoring for the management of insulin-treated type 2 diabetes: a multicenter, open-label randomized controlled trial. Diabetes Ther 2016;8:55–73 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Kropff J, Choudhary P, Neupane S, et al. Accuracy and longevity of an implantable continuous glucose sensor in the PRECISE study: a 180-day, prospective, multicenter, pivotal trial. Diabetes Care 2017;40:63–68 [PubMed] [Google Scholar]
- Juvenile Diabetes Research Foundation Continuous Glucose Monitoring Study Group Effectiveness of continuous glucose monitoring in a clinical care environment: evidence from the Juvenile Diabetes Research Foundation Continuous Glucose Monitoring (JDRF-CGM) trial. Diabetes Care 2010;33:17–22 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Hermanides J, Nørgaard K, Bruttomesso D, et al. Sensor-augmented pump therapy lowers HbA1c in suboptimally controlled type 1 diabetes; a randomized controlled trial. Diabet Med 2011;28:1158–1167 [PubMed] [Google Scholar]
- Battelino T, Conget I, Olsen B, et al.; SWITCH Study Group. The use and efficacy of continuous glucose monitoring in type 1 diabetes treated with insulin pump therapy: a randomised controlled trial. Diabetologia 2012;55:3155–3162 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- New JP, Ajjan R, Pfeiffer AF, Freckmann G. Continuous glucose monitoring in people with diabetes: the randomized controlled Glucose Level Awareness in Diabetes Study (GLADIS). Diabet Med 2015;32:609–617 [PubMed] [Google Scholar]
- Wong JC, Foster NC, Maahs DM, et al.; T1D Exchange Clinic Network. Real-time continuous glucose monitoring among participants in the T1D Exchange clinic registry. Diabetes Care 2014;37:2702–2709 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Riveline JP, Schaepelynck P, Chaillous L, et al.; EVADIAC Sensor Study Group. Assessment of patient-led or physician-driven continuous glucose monitoring in patients with poorly controlled type 1 diabetes using basal-bolus insulin regimens: a 1-year multicenter study. Diabetes Care 2012;35:965–971 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Rachmiel M, Landau Z, Boaz M, et al. The use of continuous glucose monitoring systems in a pediatric population with type 1 diabetes mellitus in real-life settings: the AWeSoMe Study Group experience. Acta Diabetol 2015;52:323–329 [PubMed] [Google Scholar]
- Bergenstal RM, Klonoff DC, Garg SK, et al.; ASPIRE In-Home Study Group. Threshold-based insulin-pump interruption for reduction of hypoglycemia. N Engl J Med 2013;369:224–232 [PubMed] [Google Scholar]
- Weinstock RS, Xing D, Maahs DM, et al.; T1D Exchange Clinic Network. Severe hypoglycemia and diabetic ketoacidosis in adults with type 1 diabetes: results from the T1D Exchange clinic registry. J Clin Endocrinol Metab 2013;98:3411–3419 [PubMed] [Google Scholar]
- Pickup JC, Freeman SC, Sutton AJ. Glycaemic control in type 1 diabetes during real time continuous glucose monitoring compared with self monitoring of blood glucose: meta-analysis of randomised controlled trials using individual patient data. BMJ 2011;343:d3805. [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Garg SK, Voelmle MK, Beatson CR, et al. Use of continuous glucose monitoring in subjects with type 1 diabetes on multiple daily injections versus continuous subcutaneous insulin infusion therapy: a prospective 6-month study. Diabetes Care 2011;34:574–579 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Beck RW, Riddlesworth T, Ruedy K, et al.; DIAMOND Study Group. Effect of continuous glucose monitoring on glycemic control in adults with type 1 diabetes using insulin injections: the DIAMOND randomized clinical trial. JAMA 2017;317:371–378 [PubMed] [Google Scholar]
- Beck RW, Riddlesworth TD, Ruedy K, et al.; DIAMOND Study Group. Continuous glucose monitoring versus usual care in patients with type 2 diabetes receiving multiple daily insulin injections: a randomized trial. Ann Intern Med 2017;167:365–374 [PubMed] [Google Scholar]
- Yoo HJ, An HG, Park SY, et al. Use of a real time continuous glucose monitoring system as a motivational device for poorly controlled type 2 diabetes. Diabetes Res Clin Pract 2008;82:73–79 [PubMed] [Google Scholar]
- Vigersky RA, Fonda SJ, Chellappa M, Walker MS, Ehrhardt NM. Short- and long-term effects of real-time continuous glucose monitoring in patients with type 2 diabetes. Diabetes Care 2012;35:32–38 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Rodbard D. Interpretation of continuous glucose monitoring data: glycemic variability and quality of glycemic control. Diabetes Technol Ther 2009;11(Suppl. 1):S55–S67 [PubMed] [Google Scholar]
- Campbell MS, Schatz DA, Chen V, et al.; T1D Exchange Clinic Network. A contrast between children and adolescents with excellent and poor control: the T1D Exchange clinic registry experience. Pediatr Diabetes 2014;15:110–117 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Lipska KJ, Warton EM, Huang ES, et al. HbA1c and risk of severe hypoglycemia in type 2 diabetes: the Diabetes and Aging Study. Diabetes Care 2013;36:3535–3542 [PMC free article] [PubMed] [Google Scholar]
- Heller SR, Cryer PE. Reduced neuroendocrine and symptomatic responses to subsequent hypoglycemia after 1 episode of hypoglycemia in nondiabetic humans. Diabetes 1991;40:223–226 [PubMed] [Google Scholar]
Συγγραφή εκπαιδευτικού υλικού:
Χρήστος Δαραμήλας
Βιολόγος, MSc «Φροντίδα στο Σακχαρώδη Διαβήτη»
Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σωματείων – Συλλόγων Ατόμων με Σακχαρώδη Διαβήτη (ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ)
Γεώργιος Τσούτσας
Ενδοκρινολόγος – Διαβητολόγος, Υποψήφιος Διδάκτωρ ΑΠΘ
Ταμίας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σωματείων – Συλλόγων Ατόμων με Σακχαρώδη Διαβήτη (ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ)