Κάνοντας τη γνώση διασκέδαση και τη διασκέδαση γνώση!
Κατέβασε την εφαρμογή Diabetes Quiz Academy και μάθε διασκεδάζοντας!
Κατέβασε την εφαρμογή Diabetes Quiz Academy και μάθε διασκεδάζοντας!
Ο Σακχαρώδης Διαβήτης είναι ένα χρόνιο νόσημα, το οποίο χαρακτηρίζεται από διαταραχές στον μεταβολισμό των υδατανθράκων (αλλά και λιπών και πρωτεϊνών) λόγω έλλειψης ινσουλίνης. Η έλλειψη αυτή μπορεί να είναι πλήρης (να μην έχουμε καθόλου ινσουλίνη), μερική (να έχουμε χαμηλότερα επίπεδα ινσουλίνης από ότι έχει ανάγκη ο οργανισμός), ή σχετική. Σχετική έλλειψη ινσουλίνης λέμε ότι έχουμε όταν τα επίπεδα ινσουλίνης δεν επαρκούν για την κάλυψη των αναγκών του οργανισμού, λόγω παρεμπόδισης της δράσης της στα διάφορα όργανα (=αντίσταση στην ινσουλίνη/ινσουλινοαντίσταση). Η κύρια έκφραση του Σακχαρώδη Διαβήτη είναι τα αυξημένα επίπεδα σακχάρου/γλυκόζης στο αίμα (=υπεργλυκαιμία).
Σε φυσιολογικές συνθήκες ο οργανισμός ρυθμίζει τα επίπεδα γλυκόζης σε πολύ αυστηρά όρια. Η ρύθμιση αυτή επιτυγχάνεται μέσω του παγκρέατος, το οποίο παράγει, μεταξύ άλλων, την ορμόνη ινσουλίνη. Η ινσουλίνη είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση των υδατανθράκων που λαμβάνουμε από την τροφή. Με απλά λόγια, ας σκεφτούμε τον οργανισμό σαν ένα εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας. Οι πρώτες ύλες για την παραγωγή της ενέργειας αυτής είναι οι υδατάνθρακες, τους οποίους προσλαμβάνουμε με την τροφή και μέσω διαφόρων διεργασιών διασπώνται σε γλυκόζη και κυκλοφορούν στο αίμα. Ο ρόλος της ινσουλίνης είναι να λειτουργεί σαν κλειδί και να «ανοίγει την πόρτα» των κυττάρων, ώστε να εισέλθει η γλυκόζη και να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ενέργειας.
Υπάρχει μια ενδιάμεση κατάσταση-γκρίζα ζώνη μεταξύ των φυσιολογικών τιμών σακχάρου και της επίσημης διάγνωσης Διαβήτη, η οποία ονομάζεται προδιαβήτης (τιμές σακχάρου μεταξύ 100-125mg/dL). Στον προδιαβήτη, οι τιμές γλυκόζης στο αίμα είναι συνήθως μετρίως ανεβασμένες είτε μετά από ώρες χωρίς φαγητό (νηστεία-πχ το πρωί που ξυπνάμε) είτε και μετά το γεύμα. Το στάδιο αυτό δε μας δίνει συμπτώματα και μπορούμε να το διαπιστώσουμε μόνο με εξετάσεις αίματος. Αν διαπιστωθεί, είναι πολύ σημαντικό να αντιμετωπιστεί με τους τρόπους που θα αναφέρουμε στη συνέχεια, διαφορετικά στις περισσότερες περιπτώσεις εξελίσσεται σε Διαβήτη. Ο προδιαβήτης μπορεί να υπάρχει για αρκετά χρόνια χωρίς να τον αντιληφθούμε, γι’ αυτό και είναι χρήσιμο να κάνουμε τακτικά προληπτικές εξετάσεις αίματος, σύμφωνα με την καθοδήγηση του γιατρού μας, ειδικά αν έχουμε γονείς ή παππούδες που έχουν Διαβήτη.
Δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι που ζουν με Σακχαρώδη Διαβήτη τον ίδιο ακριβώς τύπο. Υπάρχουν κατά βάση δύο διαφορετικοί τύποι Διαβήτη: ο Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 1 και ο Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 2. Επιπλέον, υπάρχει ο Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης, ο οποίος πολλές φορές αναφέρεται και ως Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 3 και άλλες πιο σπάνιες μορφές Διαβήτη.
Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 1 έχουμε όταν το πάγκρεας σταματήσει εντελώς να παράγει ινσουλίνη. Στην περίπτωση αυτή, ο ίδιος ο οργανισμός δημιουργεί αντισώματα (αυτοάνοσος μηχανισμός) τα οποία επιτίθενται στο πάγκρεας και καταστρέφουν τα κύτταρα που παράγουν ινσουλίνη. Το αποτέλεσμα της πλήρους έλλειψης ινσουλίνης είναι να μην μπορεί ο οργανισμός να ρυθμίσει τα επίπεδα σακχάρου/γλυκόζης στο αίμα, οπότε ανεβαίνουν και δημιουργείται υπεργλυκαιμία (=αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα).
Ο Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 1 μπορεί να εμφανιστεί σε ένα παιδί οποιασδήποτε ηλικίας, ακόμα και σε βρέφη και νήπια. Συχνά εξελίσσεται πολύ γρήγορα και μπορεί να εκδηλωθεί με αυξημένη πείνα και όρεξη για φαγητό (πολυφαγία) και έντονη δίψα για νερό (πολυδιψία), ενώ παράλληλα το παιδί θα χάνει βάρος και θα θέλει συνεχώς να ουρήσει (πολυουρία) (πιθανόν να σηκώνεται και τη νύχτα). Είναι μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση, γι’ αυτό συμπτώματα όπως τα παραπάνω πρέπει να αναφέρονται οπωσδήποτε σε έναν ενήλικα.
Ο Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 2 όλο και εμφανίζεται σε παιδιά σε όλο και περισσότερες χώρες. Στις Η.Π.Α., 1 στα 3 νέα περιστατικά Σακχαρώδη Διαβήτη αφορά σε άτομα μικρότερα των 18 ετών. Αντίθετα από τον Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 1, εξελίσσεται πιο αργά και δεν εμφανίζονται τα ίδια συμπτώματα στις περισσότερες περιπτώσεις, με αποτέλεσμα η διάγνωση να είναι πιο δύσκολη.
Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2 έχουμε όταν ο οργανισμός δεν παράγει αρκετή ινσουλίνη ώστε να λειτουργεί σωστά (μερική έλλειψη ινσουλίνης) ή όταν τα κύτταρα δεν μπορούν να τη χρησιμοποιήσουν σωστά (σχετική έλλειψη ινσουλίνης). Και στις δύο αυτές περιπτώσεις ο οργανισμός δεν μπορεί να ρυθμίσει την ποσότητα σακχάρου στο αίμα, με αποτέλεσμα να δημιουργείται υπεργλυκαιμία.
Ως Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης (ή και Διαβήτης τύπου 3) περιγράφεται κάθε περίπτωση στην οποία ο οργανισμός μιας γυναίκας αδυνατεί να ρυθμίσει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα και αυτό διαπιστώνεται για πρώτη φορά στην εγκυμοσύνη, ενώ μετά τον τοκετό συνήθως αποδράμει. Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες η διάγνωση του Διαβήτη (τύπου 1, τύπου 2 κλπ) προϋπάρχει της εγκυμοσύνης, οπότε και αντιμετωπίζεται αναλόγως. Περίπου 7% των εγκύων στις Η.Π.Α. διαγιγνώσκονται με Διαβήτη Κύησης ετησίως. Οι γυναίκες που παρουσιάζουν Διαβήτη Κύησης διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης Διαβήτη Τύπου 2 στο μέλλον, ενώ ορισμένες καταστάσεις, όπως το αυξημένο βάρος σώματος, αυξάνουν τις πιθανότητες αυτές.
Οι επιπλοκές χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τις μακροαγγειακές (δηλαδή των μεγάλων αγγείων του σώματος) και τις μικροαγγειακές (δηλαδή των μικρών αγγείων). Οι μακροαγγειακές επιπλοκές περιλαμβάνουν νοσήματα της καρδιάς (πχ έμφραγμα και καρδιακή ανεπάρκεια), εγκεφαλικό επεισόδιο κλπ, ενώ οι μικροαγγειακές είναι η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια (βλάβη στα μάτια), η διαβητική νεφροπάθεια (βλάβη στα νεφρά) και η διαβητική νευροπάθεια (βλάβη στο νευρικό σύστημα). Μια άκρως σοβαρή επιπλοκή είναι το διαβητικό πόδι, η οποία αποτελεί συνδυασμό νευροπάθειας και βλάβης της κυκλοφορίας του αίματος. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε ότι οι επιπλοκές του Διαβήτη εμφανίζονται μετά από χρόνια έκθεσης του οργανισμού σε υψηλά επίπεδα γλυκόζης (χρόνιες επιπλοκές). Στην περίπτωση του Διαβήτη τύπου 2, όπου δεν εμφανίζονται συμπτώματα και η εξέλιξη είναι πιο αργή, αν αργήσουμε να τον διαγνώσουμε, είναι πιθανό να γίνει ταυτόχρονα και εντοπισμός κάποιας επιπλοκής.
Μια επιπλοκή που δημιουργείται σε αρκετές περιπτώσεις είναι αυτή της υπογλυκαιμίας. Υπογλυκαιμία έχουμε όταν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα είναι χαμηλότερα από αυτά που χρειάζεται ο οργανισμός για να λειτουργήσει (συνήθως η τιμή αυτή ορίζεται κάτω από 70mg/dL). Στο σημείο αυτό να σημειώσουμε πως υπογλυκαιμία δεν είναι η επιθυμία για γλυκό, όπως λανθασμένα χρησιμοποιείται ο όρος πολλές φορές.
Τα χαμηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα μπορεί να προκληθούν από υπερβολική λήψη ινσουλίνης σε άτομα που κάνουν θεραπεία με ινσουλίνη, από πολύ χαμηλά επίπεδα υδατανθράκων στο γεύμα, από απρογραμμάτιστη άσκηση και δραστηριότητες, από παράλειψη ή καθυστέρηση γεύματος ή κολατσιού, ή και από συνδυασμό των παραπάνω.
Τα συχνότερα συμπτώματα υπογλυκαιμίας φαίνονται στην παρακάτω εικόνα. Να σημειωθεί πως τα συμπτώματα αυτά διαφέρουν από άτομο σε άτομο, αλλά και το ίδιο άτομο μεγαλώνοντας μπορεί να παρατηρεί διαφορετικά συμπτώματα από ό,τι παλαιότερα.
Υπογλυκαιμία, όπως είπαμε, σημαίνει πως έχουμε χαμηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα μας (δηλαδή κάτω από 70mg/dL). Άρα, προκειμένου να τη διορθώσουμε-αντιμετωπίσουμε, αυτό που χρειάζεται να κάνουμε είναι να καταναλώσουμε υδατάνθρακες. Στην προκειμένη περίπτωση μας ενδιαφέρει να ανεβάσουμε το σάκχαρο του αίματος γρήγορα, επομένως χρειάζεται να καταναλώσουμε απλούς υδατάνθρακες. Ο βασικός κανόνας αντιμετώπισης της υπογλυκαιμίας είναι ο Κανόνας του 15: μετράμε την τιμή του σακχάρου μας και αν διαπιστώσουμε υπογλυκαιμία, καταναλώνουμε 15 γραμμάρια γλυκόζης και περιμένουμε 15 λεπτά μέχρι να ξαναμετρήσουμε το σάκχαρό μας. Αν στη δεύτερη μέτρηση η τιμή είναι μεγαλύτερη από 80mg/dL, απλά παρακολουθούμε την εξέλιξή της. Αν, όμως, είναι κάτω από 80mg/dl, τότε καταναλώνουμε πάλι 15 γραμμάρια γλυκόζης και περιμένουμε άλλα 15 λεπτά. Επαναλαμβάνουμε τη διαδικασία όσες φορές χρειάζεται.
Εάν υπάρχει στο περιβάλλον μας άτομο με Σακχαρώδη Διαβήτη, υπάρχει πάντα μια πιθανότητα να πάθει σοβαρή υπογλυκαιμία. Σε περίπτωση σοβαρής υπογλυκαιμίας, το άτομο πιθανόν να έχει χάσει τις αισθήσεις του (κώμα) και να μην είναι σε θέση να την αντιμετωπίσει, οπότε χρειάζεται τη βοήθειά μας. Αν θέλουμε να βοηθήσουμε, αρχικά πρέπει να διαπιστώσουμε ότι υπάρχει όντως υπογλυκαιμία, κάνοντας μια μέτρηση σακχάρου. Αν αυτό δεν είναι δυνατόν, το παραλείπουμε και προχωρούμε στο επόμενο βήμα.
Σε περίπτωση που διαπιστωθεί πολύ χαμηλή τιμή σακχάρου, ο τρόπος αντιμετώπισης είναι με μια ένεση γλυκαγόνης, την οποία είτε έχει μαζί του το άτομο με Διαβήτη είτε μπορούμε να βρούμε σε ένα φαρμακείο. Ακολουθώντας τις οδηγίες που υπάρχουν σε φωτογραφίες μέσα στη συσκευασία, προετοιμάζουμε το μείγμα και στη συνέχεια κάνουμε την ένεση γλυκαγόνης όπου μπορέσουμε (κοιλιά, μηρό, γλουτό, μπράτσο). Δεν ξεχνούμε μόλις διαπιστώσουμε ότι το άτομο δεν έχει τις αισθήσεις του να καλέσουμε βοήθεια. Καλό είναι να μην προσπαθήσουμε να δώσουμε χυμό ή τρόφιμα στο άτομο που δεν έχει τις αισθήσεις του, καθώς είναι πολύ πιθανό να πνιγεί, δεδομένου ότι δεν είναι σε θέση να συνεργαστεί και να καταπιεί.
Θεμελιώδους σημασίας στην αντιμετώπιση του Διαβήτη είναι η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής. Επιπλέον αυτού, στις περισσότερες περιπτώσεις χρησιμοποιούμε και διάφορες φαρμακευτικές θεραπείες.
Συγγραφή εκπαιδευτικού υλικού:
Ειδικευόμενη Ενδοκρινολογίας ΓΝ Παίδων «Π. & Α. Κυριακού», IDF Europe YOURAH Steering Committee Member Projects, Ιδρυτικό Μέλος ADRG
Πανελλήνια Ομοσπονδία Σωματείων – Συλλόγων Ατόμων με Σακχαρώδη Διαβήτη (ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ)
Copyright © 2020. All rights reserved.
Η ομάδα της ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ προσπαθεί συνεχώς να διασφαλίσει την ψηφιακή προσβασιμότητα της ιστοσελίδας για άτομα με αναπηρία. Εάν θέλετε να αναφέρετε κάποιο πρόβλημα, επικοινωνήστε μαζί μας.
Διεύθυνση ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ:
Ελευθερίου Βενιζέλου 236, Ηλιούπολη, Αθήνα, Τ.Κ. 16341
Τηλέφωνο / Fax επικοινωνίας:
210 5201474
Email επικοινωνίας:
[email protected]
[email protected]
[email protected]
Designed and created with ❤ by qodin team